Γιατί βαρέθηκα να είμαι μηχανή παραγωγής γάμων
Σέριφος 2012-2023, φωτογραφίζοντας την ίδια οικογένεια για 10+ χρόνια.
Δεν ξέρω πότε ακριβώς συνέβη.
Ίσως ήταν σε εκείνον τον τρίτο γάμο του Σαββατοκύριακου, που ήμουν μέσα σε ένα ακόμα κτήμα, με ένα ακόμα drone να πετάει πάνω από το κεφάλι μου, και μια ακόμα νύφη να κρατάει ένα μπουκέτο που της το έδωσε κάποιος «για τη φωτογραφία». Ίσως ήταν όταν κάποιος με ρώτησε «ποιο preset χρησιμοποιείς;» λες και το μόνο που έκανα ήταν να πατήσω ένα κουμπί και να βγει το αποτέλεσμα. Ίσως ήταν όταν έπιασα τον εαυτό μου να σκηνοθετεί αυθορμητισμό για να “γεμίσει το άλμπουμ”.
Αλλά εκεί κάπου, σ’ ένα βλέμμα χαμένο, μέσα απ’ το viewfinder, κατάλαβα:
Δεν είμαι εδώ για να φτιάξω content. Δεν είμαι μηχανή. Είμαι άνθρωπος. Και αυτό που με ενδιαφέρει είναι οι άλλοι άνθρωποι.
Η φάμπρικα των presets
Ζούμε σε μια εποχή όπου ολόκληρη η αισθητική του γάμου έχει γίνει template. Τα χρώματα, οι γωνίες, οι πόζες, τα hashtags, τα reels, ακόμα και το ύφος των ζευγαριών μέσα στο υλικό… μοιάζουν μεταξύ τους τρομακτικά πολύ.
Και κάπως έτσι γεννήθηκε μια βιομηχανία γάμου που, αντί να καταγράφει την αγάπη, την αναπαράγει σε loop. Σαν αποστειρωμένη παράσταση. Σαν διαφημιστικό.
Κι εμείς οι φωτογράφοι —θέλοντας και μη— μπήκαμε στο παιχνίδι. Εξοπλιστήκαμε. Εκπαιδευτήκαμε. Φτιάξαμε workflows, καταλόγους με references, moodboards, presets, shortlists. Μάθαμε να κάνουμε τα πράγματα «γρήγορα και σωστά».
Να παραδίδουμε τακτικά, να επεξεργαζόμαστε μαζικά, να δουλεύουμε σαν να είμαστε μονάδες σε γραμμή παραγωγής.
Και για ένα διάστημα, όλο αυτό δούλευε. Μέχρι που άρχισα να χάνω τον εαυτό μου. Και, κυρίως, να χάνω τους ανθρώπους.
Τα ζευγάρια δεν είναι concept. Είναι ιστορίες.
Μια μέρα, φωτογράφιζα έναν γάμο στη Σέριφο. Είχα πιει ρακί με τους γονείς πριν καν βγει η κάμερα απ’ την τσάντα. Είδα τη γιαγιά να κάθεται μόνη με το κεφάλι σκυμμένο και δεν χρειάστηκε να «στήσω» τίποτα. Πήγα απλά κοντά. Άκουσα τη νύφη να λέει «φοβάμαι μη βάλω τα κλάματα και χαλάσω το μακιγιάζ» και της είπα: «Δεν είσαι εδώ για να δείχνεις όμορφη. Είσαι εδώ για να είσαι εσύ.»
Και τότε θυμήθηκα τι είναι αυτό που πάντα με έκανε να αγαπάω τη φωτογραφία:
Όχι η τελειότητα. Η οικειότητα. Η αμηχανία. Οι ρωγμές. Η πνοή. Το χέρι που τρέμει. Το βλέμμα που χάνεται. Το παιδί που βαριέται στο τραπέζι. Ο παππούς που κοιμάται πριν το πρώτο χορό. Το σπασμένο γέλιο. Ο ιδρώτας στο μέτωπο. Η αλήθεια που δεν έχει φίλτρο.
«Και τι θα πούμε στους πελάτες;»
Ναι, το ξέρω. Ο κλάδος εκπαιδεύει τα ζευγάρια να ζητάνε εικόνες που να θυμίζουν Pinterest. Και πολλοί φωτογράφοι —για να επιβιώσουν— τους τις δίνουν.
Αλλά κάπου εδώ πρέπει να ρωτήσουμε:
Είμαστε εδώ για να υπηρετήσουμε μια αισθητική ή για να καταγράψουμε ένα βίωμα;
Όταν ένα ζευγάρι με ρωτάει «πώς θα πρέπει να σταθούμε;», θέλω να τους πω:
Μην σταθείτε. Αφεθείτε. Ζήστε. Αγκαλιαστείτε όπως το νιώθετε. Κοιταχτείτε όπως κοιτιέστε στο σπίτι, όχι όπως στις διαφημίσεις.
Η δουλειά μου δεν είναι να τους διδάξω να ποζάρουν. Είναι να τους βοηθήσω να θυμηθούν πώς νιώθουν.
Ο ρυθμός σκοτώνει την ενσυναίσθηση
Ένα από τα πιο τοξικά πράγματα που συμβαίνουν πίσω από τις κάμερες είναι αυτό:
Η ταχύτητα. Η μαζικότητα. Η αναπαραγωγή.
Πόσες φωτογραφίες μπορείς να δεις με μάτια που όντως βλέπουν, όταν έχεις δεκαπέντε γάμους να επεξεργαστείς και τέσσερις να φωτογραφίσεις αυτόν τον μήνα;
Πόσο μπορείς να νιώσεις, όταν το μόνο που σε νοιάζει είναι να παραδώσεις στην ώρα σου;
Η καρδιά θέλει χώρο. Η παρουσία θέλει ησυχία. Η σύνδεση χρειάζεται καθυστέρηση. Η ντοκιμαντερίστικη φωτογραφία δεν είναι genre. Είναι στάση ζωής. Θέλει συγκέντρωση, συναισθηματικό φορτίο, ακρόαση.
Και τίποτα από αυτά δεν επιβιώνει σε έναν κόσμο που ζητάει 100 φωτογραφίες την ώρα, με ίδιο look, ίδιο φίλτρο, ίδιο vibe.
Unposed: Όχι στυλ. Επιλογή.
Για μένα το unposed δεν είναι κάποιο cool trend. Δεν είναι ένα ακόμα label στο site. Είναι η άρνηση να διαστρεβλώσω την ανθρώπινη εμπειρία για να την κάνω εντυπωσιακή. Είναι το «όχι» που λέω στις πόζες που δεν τους μοιάζουν. Στα fake laughs. Στα staged kisses. Στα props και στις “τέλειες στιγμές” που δεν υπήρξαν ποτέ.
Είναι το «ναι» στη στιγμή που ξεφεύγει. Στο κλάμα που δεν έχει αισθητική. Στο βλέμμα που δεν ξέρει αν πρέπει να πει «σε αγαπώ» ή να σωπάσει.
Unposed σημαίνει: Σε βλέπω όπως είσαι. Και αυτό μου φτάνει.
Το κόστος της αυθεντικότητας
Ναι, υπάρχει κόστος. Ο χρόνος είναι περισσότερος. Οι διορθώσεις λιγότερες. Οι φωτογραφίες ίσως να μην μπουν ποτέ σε περιοδικά. Κάποιοι πελάτες θα σου πουν: «Θέλω λίγο πιο λαμπερά χρώματα». Κάποιοι θα ψάξουν αλλού, γιατί δεν παρέχεις “πλήρες story με details και flatlays και epic bride shots”.
Αλλά στο τέλος της ημέρας, όσοι μένουν, μένουν γιατί τους είδες. Όχι γιατί τους στήριξες.
Οι εικόνες που κρατάω στο μυαλό μου
Δεν είναι η είσοδος της νύφης. Ούτε ο πρώτος χορός.
Είναι η στιγμή που το ζευγάρι νόμιζε ότι δεν το βλέπει κανείς. Η αγκαλιά λίγο πριν ανέβουν στην εκκλησία. Το χαμόγελο του πατέρα λίγο πριν κλάψει. Η γιαγιά που κάθεται στο πίσω τραπέζι και τους κοιτάει λες και ξαναβλέπει τη δική της ζωή.
Είναι όσα συμβαίνουν πίσω απ’ το show. Πίσω απ’ τις πόζες, τα presets και τα pixels.
Γιατί γράφω όλα αυτά
Γιατί κουράστηκα να βλέπω φωτογραφίες που δεν λένε τίποτα. Γιατί θυμώνω όταν βλέπω τον πόνο να ξεπλένεται. Γιατί πιστεύω ότι ο γάμος δεν είναι διαφημιστικό προϊόν. Είναι ιεροτελεστία. Και γιατί θέλω να φωνάξω — σε άλλους φωτογράφους, σε ζευγάρια, σε φίλους:
Η ομορφιά δεν είναι αυτό που δείχνει καλά. Είναι αυτό που νιώθεις μέσα σου και δεν χωράει σε φίλτρο.
Αντί επιλόγου
Δεν βαρέθηκα τη φωτογραφία. Βαρέθηκα το εργοστάσιο. Τον αυτοματισμό. Τον θόρυβο. Την κούραση του να προσποιείσαι. Και κάθε φορά που καταγράφω μια στιγμή που όντως υπήρξε — μια ακατέργαστη, ανεξήγητη, αδέξια, ειλικρινής στιγμή — θυμάμαι:
Αυτός είναι ο λόγος που ξεκίνησα. Αυτός είναι ο λόγος που θα συνεχίσω.