Γιατί είναι τόσο δύσκολο και τόσο ικανοποιητικό να είσαι φωτογράφος γάμου.

Ένας επαγγελματίας φωτογράφος γάμου μιλά σε πρώτο πρόσωπο για τις δυσκολίες και τις μεγάλες ικανοποιήσεις του επαγγέλματος, μέσα από το unposed ethos.

Το πιο δύσκολο κομμάτι στη δουλειά μου; Δεν είναι το ξενύχτι, ούτε τα χιλιόμετρα με τον εξοπλισμό στην πλάτη. Δεν είναι καν το να «βγάλεις τη στιγμή» όταν όλοι γύρω περιμένουν από σένα να τα καταφέρεις. Το πιο δύσκολο είναι κάτι πολύ πιο ύπουλο: η διαρκής ανάγκη να παραμένω δημιουργικός, αληθινός και ανανεωμένος.

Η φωτογραφία, όταν γίνεται επάγγελμα και όχι χόμπι, απαιτεί μια περίεργη πειθαρχία. Δεν είναι μόνο το να ξέρεις να διαβάζεις το φως ή να διαχειρίζεσαι τον χρόνο. Είναι το να κρατάς τον εαυτό σου ζωντανό, να μη βαλτώνεις στη ρουτίνα, να μη γίνεσαι ρομπότ παραγωγής «ωραίων» εικόνων. Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, οι «ωραίες» φωτογραφίες περισσεύουν. Αυτό που λείπει είναι οι αληθινές.

Κι εκεί μπαίνει το unposed ethos.

Τι σημαίνει να δουλεύεις «unposed»

Το unposed δεν είναι τεχνική. Δεν είναι φίλτρο, δεν είναι «στυλ» με την εμπορική έννοια. Είναι μια στάση απέναντι στη φωτογραφία και – αν το πάω πιο βαθιά – απέναντι στη ζωή. Σημαίνει να βλέπω πέρα από το προφανές, να στέκομαι εκεί χωρίς να καθοδηγώ, χωρίς να φτιάχνω εικόνες που ταιριάζουν σε moodboards του Pinterest.

Unposed σημαίνει ότι αφήνω τον χρόνο να αναπνεύσει. Ότι δίνω χώρο στους ανθρώπους να είναι όπως είναι. Σημαίνει ότι δεν βάζω τους νεόνυμφους να κοιτάξουν με το «σωστό» βλέμμα την κάμερα, αλλά περιμένω τη στιγμή που τα μάτια τους θα πουν κάτι που ούτε οι ίδιοι δεν περίμεναν.

Κι αυτό είναι δύσκολο. Γιατί η αγορά ζητάει συχνά το εύκολο. Ζητάει την αναπαραγωγή μιας «τέλειας» εικόνας που ταιριάζει σε προσδοκίες. Το unposed είναι κόντρα σε αυτό: είναι μια διαρκής υπενθύμιση πως η αλήθεια είναι πιο δυνατή από κάθε πόζα.

Η μάχη με την έμπνευση και την αγορά

Δεν θα το ωραιοποιήσω: υπάρχουν μέρες που το φως δεν συνεργάζεται, που ο χρόνος πιέζει, που η διάθεση είναι βαριά. Υπάρχουν γάμοι που κρατούν δεκαέξι ώρες, στιγμές που νιώθεις πως έχεις εξαντληθεί. Και μέσα σε αυτό πρέπει να παραμένεις εκεί, παρών, συντονισμένος.

Ακόμη πιο κουραστικό, όμως, είναι κάτι άλλο: η ανάγκη να αποδεικνύεις ξανά και ξανά ποιος είσαι. Να δικαιολογείς τη θέση σου σε έναν χώρο που γεμίζει καθημερινά με νέες εικόνες, νέους φωτογράφους, νέες «μόδες». Η αγορά συχνά λειτουργεί σαν ένα συνεχές talent show: πρέπει να αποδεικνύεις ότι αξίζεις να είσαι εκεί.

Κι όμως, εγώ δεν πιστεύω ότι η φωτογραφία είναι διαγωνισμός. Πιστεύω ότι είναι συνομιλία. Και αν κάτι κρατάει το Unposed όρθιο, είναι αυτή η πίστη: ότι δεν χρειάζεται να φωνάζεις για να ακουστείς. Αρκεί να παραμένεις αληθινός.

Η αθέατη ικανοποίηση

Και μετά, έρχονται εκείνες οι στιγμές που δικαιώνουν τα πάντα. Όταν οι φωτογραφίες σου δεν είναι απλώς «ωραίες», αλλά συγκινούν. Όταν ένας άνθρωπος τις κοιτάζει και λέει «δεν με είχα ξαναδεί έτσι». Όταν, μέσα από έναν φακό, κάποιος ξαναβλέπει την αγκαλιά της μητέρας του, το χαμόγελο ενός φίλου, τη σιωπή πριν το «ναι».

Αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο: όταν οι εικόνες δεν είναι απλά εικόνες, αλλά γίνονται κάτι σαν «μαγικές εικόνες». Όχι γιατί τις έφτιαξα εγώ, αλλά γιατί τις αποδέχτηκαν οι άνθρωποι ως δικές τους.

Η ικανοποίηση γίνεται ακόμη πιο δυνατή όταν η εμπιστοσύνη επιστρέφει. Όταν σε καλούν ξανά, όχι επειδή είσαι «διαθέσιμος», αλλά επειδή ξέρουν ότι βλέπεις αλλιώς. Όταν το όνομά σου περνάει από στόμα σε στόμα με μια φράση: «Αυτός δεν βγάζει απλώς φωτογραφίες. Αυτός βλέπει».

Η φωτογραφία σαν άσκηση

Όσο περνούν τα χρόνια, συνειδητοποιώ ότι η δουλειά αυτή είναι μια εσωτερική άσκηση. Κάθε γάμος, κάθε ιστορία, κάθε φωτογράφιση είναι σαν ένας καθρέφτης: σε αναγκάζει να αντιμετωπίζεις τις δικές σου αντοχές, τη δική σου αλήθεια. Σε μαθαίνει να ακούς. Να υπομένεις. Να σέβεσαι.

Το unposed ethos δεν είναι απλώς μια επιλογή. Είναι μια υπόσχεση απέναντι σε εμένα και στους ανθρώπους που με εμπιστεύονται: ότι δεν θα φέρω ψεύτικο φως εκεί που υπάρχει αληθινό σκοτάδι, ότι δεν θα στήσω πόζες εκεί που υπάρχει σιωπή.

Η δυσκολία και η ικανοποίηση είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Χωρίς την πρώτη, η δεύτερη θα ήταν κενή. Χωρίς τον αγώνα, η συγκίνηση δεν θα είχε αξία.

Τι μένει στο τέλος

Στο τέλος της ημέρας, αυτό που μένει δεν είναι ο θόρυβος της αγοράς, ούτε τα βραβεία, ούτε τα likes. Αυτό που μένει είναι οι άνθρωποι που μου επέτρεψαν να μπω για λίγο στον κόσμο τους. Που μου άνοιξαν τις πόρτες τους σε μια τόσο σημαντική μέρα της ζωής τους.

Αυτό που μένει είναι το βλέμμα που επιστρέφει στις φωτογραφίες μετά από χρόνια και λέει: «Να, έτσι ήμασταν». Αυτό που μένει είναι η σιωπηλή αναγνώριση ότι η αλήθεια, ακόμη και μέσα από έναν φακό, έχει πάντα μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από την τελειότητα.

Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση.


Previous
Previous

Retainer clients: Μπορεί ένας φωτογράφος γάμου να έχει σταθερό εισόδημα;

Next
Next

Πώς να διαχειριστείς τα social media σαν φωτογράφος γάμου χωρίς να καείς.