Ο φωτογράφος δεν είναι παρατηρητής. Είναι συγγενής από άλλη διάσταση.
ή πώς να μπεις σε έναν γάμο σαν να είσαι αίμα, όχι συνεργείο.
Υπάρχει μια φράση που στοιχειώνει τη φωτογραφία γάμου εδώ και δεκαετίες:
"Ο φωτογράφος πρέπει να είναι αόρατος. Να μην τον καταλαβαίνει κανείς. Να είναι σαν μύγα στον τοίχο."
Στο Project Unposed, τη διαγράφω. Τη σκίζω. Την καίω. Γιατί είναι ψέμα.
Κανείς δεν είναι «αόρατος» όταν κρατάει μια κάμερα. Κανείς δεν είναι ουδέτερος όταν εισβάλλει σε έναν από τους πιο φορτισμένους, ιερούς και αντιφατικούς θεσμούς της ανθρώπινης ύπαρξης: τον γάμο.
Και ναι — ένας φωτογράφος μπορεί να είναι ξένος, αλλά όχι απόμακρος. Μπορεί να μην έχει δεσμό αίματος, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να γίνει συγγενής. Ένας συγγενής από μια άλλη διάσταση. Ένας άνθρωπος που μπήκε όχι για να "τραβήξει", αλλά για να κουβαλήσει.
Το unposed ethos ξεκινά πριν την κάμερα: στο βλέμμα, στο σώμα, στη σχέση
Όταν φτάνω σε έναν γάμο, δεν έρχομαι με εξοπλισμό. Έρχομαι με ιστορίες.
Τις κουβαλάω από προηγούμενα ζευγάρια, από τις γιαγιάδες τους, από τους πατεράδες που έβαλαν να παίξει το κομμάτι που άκουγαν με τη μάνα τους όταν ήταν 19. Κουβαλάω τη σιωπή της νύφης που μεγάλωσε χωρίς μητέρα. Το τρέμουλο του γαμπρού που έκλαιγε για τον παππού του λίγο πριν μπει στην εκκλησία. Δεν είμαι μόνο φωτογράφος. Είμαι προέκταση της συναισθηματικής μνήμης.
Η ντοκιμαντερίστικη φωτογραφία, αν δεν βασίζεται σε αυτή τη μνήμη, είναι κενή. Είναι απλώς ωραία κάδρα. Το unposed ethos λέει: πρώτα νιώθεις, μετά βλέπεις.
Η τελετή χωρίς σχέση είναι κενό θέαμα
Στα μάτια πολλών, ο γάμος είναι σκηνοθεσία. Σκηνικά, μουσική, φώτα. Όταν όμως φωτογραφίζεις με unposed ματιά, βλέπεις το άλλο: ότι το πανηγύρι είναι απλώς ο καμβάς. Η τέχνη είναι η σύνδεση.
Εκεί δεν χωρά ο ψυχρός παρατηρητής. Ο φωτογράφος που δεν μιλά, δεν ρωτά, δεν νιώθει· δεν έχει τίποτα να δώσει. Η κάμερά του είναι τεχνική, όχι ανθρώπινη. Είναι εργαλείο, όχι καρδιά.
Για να υπάρξει η φωτογραφία που σε ραγίζει — εκείνη που κοιτάς και λες “αυτός είμαι εγώ, αυτό ήμασταν εμείς” — χρειάζεται ο φωτογράφος να γίνει "συγγενής". Όχι σαν να είναι μέλος της οικογένειας. Σαν να είναι ψυχικά συνδεδεμένος με τις μικροδονήσεις σας.
Δεν φωτογραφίζεις τον γάμο. Φωτογραφίζεις τη συνθήκη του να υπάρχουμε μαζί.
Όταν απομυθοποιήσεις το "γάμος = προϊόν", αρχίζεις να βλέπεις αυτό που είναι πραγματικά: μια τελετή επιβίωσης.
Δύο άνθρωποι ενώνονται μπροστά σε κοινότητες που έχουν συρρικνωθεί, σε οικογένειες που έχουν ρωγμές, σε φίλους που φεύγουν και ξανάρχονται. Δηλώνουν: "Μένουμε". "Είμαστε εδώ". "Επιλέγω εσένα, απέναντι σε όλα."
Αυτό δεν μπορεί να το φωτογραφίσει κανείς που έρχεται για "πακέτο 8 ωρών".
Αυτό το φωτογραφίζεις όταν πονάς κι εσύ με κάτι. Όταν αναγνωρίζεις τη σημασία του να διαλέξεις κάποιον. Όταν έχεις κοιτάξει μέσα σε μάτια ανθρώπων που φοβούνται αλλά τολμούν.
Και τότε δεν πατάς απλώς το κουμπί.
Συμμετέχεις.
Από το συνεργείο, στον συναισθηματικό σύνδεσμο
Το πιο συχνό feedback που παίρνω δεν είναι για τη φωτεινότητα, ούτε για τα χρώματα. Είναι αυτό:
"Ήσουν παντού και ταυτόχρονα δεν σε νιώσαμε σαν "φωτογράφο". Ήσουν απλώς μαζί μας."
Αυτό είναι η ουσία του Unposed Ethos:
Να μπορείς να μπεις σε μια οικογένεια για μια μέρα, και να μην διαταράξεις τίποτα. Αντίθετα, να προσθέσεις μνήμη.
Όχι ως service provider. Αλλά σαν μεταφυσικός ξάδερφος, σαν σύντροφος συναισθηματικής παρατήρησης. Να πιείς μαζί τους, να συγκινηθείς μαζί τους, να ξέρεις πότε να φύγεις, και πότε να μείνεις. Να διαβάζεις το δωμάτιο. Να προβλέπεις τον παππού που θα λιποθυμήσει. Να βλέπεις τη θεία που σπάει όταν μπαίνει το τραγούδι από την κηδεία της μάνας της.
Αυτά δεν τα διαχειρίζεσαι σαν επαγγελματίας. Τα κουβαλάς σαν άνθρωπος.
Η φωτογραφία ως καθρέφτης: Δεν δείχνει τι έγινε. Δείχνει ποιος ήσουν.
Όταν παραδίδω τις φωτογραφίες, λέω πάντα το ίδιο:
"Δεν είναι για να θυμάστε τη μέρα. Είναι για να θυμάστε τον εαυτό σας μέσα στη μέρα."
Η unposed φωτογραφία δεν καταγράφει. Ανασύρει.
Είναι καθρέφτης. Όχι επιφάνεια — αλλά βαθύς καθρέφτης, που δείχνει τι κουβαλούσες, τι έκρυβες, πότε μαλάκωνες, πότε τρόμαζες, πώς κρατούσες το χέρι της μάνας σου λες και φοβόσουν να την αφήσεις.
Δεν έχει σημασία αν έκλαψες. Σημασία έχει ότι σε ένιωσα πριν πατήσω το κλικ.
«Και τι σχέση έχει η δουλειά μου με αυτό; Εγώ θέλω φωτογραφίες, όχι ψυχανάλυση.»
Καμία αντίρρηση.
Αν θες φωτογραφίες με presets, ντρόνια, χρυσή ώρα και styled shoes στο μπαλκόνι, δεν είμαι ο άνθρωπός σου.
Αλλά αν θες την αλήθεια σου — αυτή που ακόμα δεν ξέρεις πώς να δεις —, τότε έλα.
Δεν θα είμαι αόρατος.
Θα είμαι εκεί.
Σαν αδελφός μνήμης. Σαν μάρτυρας αγάπης. Σαν ο συγγενής από μια άλλη διάσταση που ήρθε, όχι για να τραβήξει. Αλλά για να κρατήσει κάτι που αλλιώς θα χανόταν για πάντα.